αυτορρύθμιση

αυτορρύθμιση
Βιολογική ιδιότητα μερικών οργανισμών που ρυθμίζουν τις ουσιώδεις ζωικές λειτουργίες του είδους. Η α. παρατηρείται ιδιαίτερα στον πολλαπλασιασμό των ζώων. Όταν σε μια κοινωνία ζώων αφθονούν τα θηλυκά, γεννιούνται περισσότερα αρσενικά και το αντίθετο. Άλλη περίπτωση α. παρατηρείται αποκλειστικά στα θηλαστικά, μετά την αφαίρεση ενός μέρους του συκωτιού. Με την του πάροδο χρόνου, το υπόλοιπο αποκτά διαστάσεις, που αυτόματα καλύπτουν την απώλεια. Στα θηλαστικά, άλλωστε, η διατήρηση σε καθορισμένο επίπεδο των υγρών του σώματος, της θερμοκρασίας, της πίεσης του αίματος και του ποσού του σακχάρου στο αίμα είναι επίσης απόρροια της α.
* * *
η
το να ρυθμίζεται κάτι μόνο του.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ομοιόθερμο ή ομόθερμα — Λέγονται έτσι διάφορα ζώα –θηλαστικά και πουλιά– τα οποία, επειδή διαθέτουν υψηλή ισχύ θερμικής αυτορρύθμισης, έχουν σταθερή εσωτερική θερμοκρασία ή μεταβλητή σε πολύ περιορισμένα όρια και κατά συνέπεια ανεξάρτητη από εκείνη του εξωτερικού… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”